Η 12η Οκτωβρίου αποτελεί ημέρα σταθμό για την ιστορία της πόλης της Φιλιππιάδας και του Δήμου Ζηρού γενικότερα, καθώς πριν από 113 έτη απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό. Σήμερα λοιπόν, μνημονεύουμε τους φερέλπιδες αγωνιστές και τους ενδόξως πεσόντες υπέρ πίστεως και πατρίδος.
Στις 5 Οκτωβρίου 1912, κηρύχθηκε ο πόλεμος κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τους τέσσερις Βαλκάνιους Συμμάχους (Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία και Μαυροβούνιο). Ο Ελληνικός Στρατός κλήθηκε να ανταπεξέλθει σε δύο μέτωπα, σε εκείνο της Μακεδονίας και σε εκείνο της Ηπείρου. Καθώς όμως το δυναμικό επάνδρωσής του ήταν περιορισμένο, αποφασίστηκε για λόγους εθνικούς, ο κύριος όγκος του στρατεύµατος (110.000 άνδρες) να προσανατολιστεί προς τη Μακεδονία.
Ουσιαστικά, η δύναμη που απέμεινε για την Ήπειρο ήταν περί τους 10.500 άνδρες, που κατ’ όνομα συνιστούσε μεραρχία, με διοικητή της τον αρχιστράτηγο, Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη. Το υποστελεχωμένο στράτευμα, συνδυαστικά με την ανάγκη κάλυψης ενός διευρυμένου μετώπου έκτασης 150km (από τον Αμβρακικό Κόλπο μέχρι και το Μέτσοβο), υποχρέωνε τον Στρατό Ηπείρου να περιοριστεί σε αμυντικό πόλεμο, τουλάχιστον, έως ότου να ολοκληρωθούν οι επιχειρήσεις στη Μακεδονία. Την ημέρα της κήρυξης των εχθροπραξιών, οι Τούρκοι διέθεταν 20.000 άνδρες.
Οι δυο αντικρουόμενες πλευρές αντιμετώπισαν σοβαρά ζητήματα κατά την επιστράτευση, αλλά και την επάνδρωση των μονάδων τους. Ο Στρατός Ηπείρου κατατρυχόταν από ελλείψεις βασικών εφοδίων και υλικών, που είχαν αρνητικό αντίκτυπο στο ηθικό των ανδρών. Η τουρκική πλευρά από την άλλη, αντιμετώπιζε διαφορετικού είδους θέματα…
Παρ’ όλα αυτά, το πρωινό της 11ης Οκτωβρίου οι θέσεις των Ελλήνων ενισχύθηκαν, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εξαπολύσουν ορμητική αντεπίθεση. Μολονότι κατόρθωσαν να εκτοπίσουν άτακτα τους Τούρκους προς τα υψώματα της Στρεβίνας (Καμπή), δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τις θέσεις τους, καθώς συνάντησαν σθεναρή αντίσταση.
Στις 12 Οκτωβρίου, ο Ελληνικός Στρατός που βρισκόταν στη περιοχή, ξεκίνησε την προετοιμασία για την επίθεση. Παραδόξως όμως, οι Τούρκοι είχαν εξαφανισθεί τη νύχτα χωρίς να γίνουν αντιληπτοί και έτσι, οι εμπροσθοφυλακές δεν δέχτηκαν πυρά. Αιτία υπήρξε η κατάληψη του Ανωγείου από ένα απόσπασμα 150 Ευζώνων.
Το μικρό αυτό τμήμα και με τη συνεισφορά των Ανωγειατών Ανταρτών που γνώριζαν άριστα τα κατατόπια, συντόνισε τον έλεγχο της περιοχής και αναχαίτισε επιθέσεις των Τούρκων από πολλά και διαφορετικά μετερίζια. Μετά την κατάληψη του Φρουρίου των Πέντε Πηγαδιών, ο αρχιστράτηγος των Τούρκων Εσάτ Πασάς, διέταξε την άμεση υπαναχώρηση του στρατού του προς τα Γιάννινα, ούτως ώστε να μην ανακοπεί και σφαγιασθεί τόσο στην κοιλάδα του Λούρου όσο και στα δύσβατα περάσματα των Πέντε Πηγαδιών.
Ως αποτέλεσμα της στρατηγικής ενέργειας των Ελλήνων Ευζώνων και της γνωσιακής συνδρομής των Ανωγειατών Ανταρτών στο Ανώγειο και στα Πέντε Πηγάδια, η Φιλιππιάδα απελευθερώθηκε αναίμακτα.
Οι Έλληνες αξιωματικοί, αφού βεβαιώθηκαν ότι οι Τούρκοι είχαν εξαφανισθεί, ανέφεραν αμέσως το γεγονός στο Στρατηγείο. Με εντολή του Σαπουντζάκη μια ίλη ιππικού υπό τον υπίλαρχο Γιαννόπουλο, διήλθε από την πέτρινη γέφυρα Καλογήρου το μεσημέρι της 12ης Οκτωβρίου, ανιχνεύοντας τη γύρω περιοχή και διαπιστώνοντας, ότι πραγματικά δεν υπήρχαν πουθενά Τούρκοι στρατιώτες.
Στη συνέχεια και χωρίς καμιά ενόχληση κατέφτασε πεζό το 2ο Τάγμα υπό τη διοίκηση του Ταγματάρχη Γκιταράκου, το οποίο παρέμεινε στις θέσεις γύρω από τη Φιλιππιάδα. Το μεσημέρι της 13ης Οκτωβρίου, στάλθηκε Διμοιρία του 5ου Λόχου στο Θεσπρωτικό, απελευθερώνοντας και τυπικά τη περιοχή.
Η Φιλιππιάδα πάντως, διαδραμάτισε καίριο ρόλο στα πράγματα μέχρι και την απελευθέρωση σύσσωμης της Ηπείρου (21 Φεβρουαρίου 1913), με την ίδρυση νοσοκομείου περίθαλψης, με την εγκατάσταση κέντρων εφοδιασμού του στρατού,αλλά και του ίδιου του Ελληνικού Στρατηγείου.